ΛΥΔΔΑ
Ἡ Λύδδα εἶναι ἡ Διόσπολη τῶν ἑλληνιστικῶν καί ρωμαϊκῶν χρόνων καί ἀνῆκε στή φυλή τοῦ Βενιαμίν· ἀργότερα μετά τήν περσική ἐποχή (μετά τό 628 μ.Χ.) ἀνῆκε στήν ἐπαρχία τῆς Σαμάρειας. Ὁ Ἄπόστολος Πέτρος ἐδῶ θεράπευσε τόν παράλυτο Αἰνέα (Πραξ. 9,32-35)
1.Ὁ ἅγιος Γεώργιος γεννήθηκε ἐδῶ. Ἡ πόλη τότε λεγόταν Διόσπολη. Ἐδῶ ἐτάφη μετά τό μαρτύριο του στή Νικομήδεια ἐπί Διοκλητιανοῦ στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. Ἀπό τήν 5ο αἰ. ὑπῆρχε ἐδῶ μεγάλο χριστιανικό προσκύνημα καί μεγαλοπρεπής βασιλική μέσα στήν ὁποία δείχνονταν καί ὁ τάφος τοῦ ἁγίου. Τμήματα τῆς παλαιοχριστιανικῆς αὐτῆς βασιλικῆς σώζονται μέχρι σήμερα στό μουσουλμανικό τέμενος τῆς Λύδδας, πού ὀνομάζεται Τζάμαα Ἀλ Καμπίρ, σέ μιά ἀπό τίς κολῶνες τοῦ ὁποίου ὑπάρχει καί ἡ ἑξῆς ἑλληνική ἐπιγραφή: «Οἱ μέν προεδρεύσαντες ἄστεως πάλαι τοῦ Χριστολάμπρου τοῦ δέ σεμνόν ποιμένες καλλωπίσαντες τόν δε τόν λαμπρόν δόμον». Ἡ ἐκκλησία καί ὁ τάφος τοῦ ἁγίου κάηκαν ἀπό τούς μουσουλμάνους κατά τόν 10ο αἰ. καί ξανακτίσθηκαν ἀπό τούς Σταυροφόρους τόν 12ο αἰ. Μετά τήν κατάλυση τοῦ σταυροφορικοῦ κράτους ὁ ναός μετατράπηκε σέ τζαμί. Τό 1873 τό ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο ἀγόρασε ἀπό τούς μουσουλμάνους ἕνα τμῆμα τοῦ τζαμιοῦ, αὐτό στό ὁποῖο βρισκόταν ὁ Τάφος τοῦ ἁγίου καί τό διαμόρφωσε σέ ἐκκλησία. Ἡ ἐκκλησία καί ὁ Τάφος πῆραν τήν τελική τους μορφή μόνο τό 1893 ὅταν χτίσθηκε κάι τό παραπλήσιο ἑλληνικό μοναστῆρι.
2. Οἱ Σταυροφόροι κατέλυσαν τήν ἀραβική κυριαρχία πού ὑφίστατο ἀπό τό 640 στούς ἁγίους τόπους, ἱδρύοντας τό βασίλειο τῆς Ἱερουσαλήμ. Πρίν τούς ἄραβες κυριαρχοῦσαν στούς ἁγίους Τόπους οἱ Βυζαντινοί.Μαμ Οἱ Σταυροφόροι ἔμειναν στούς ἁγίους Τόπους ἀπό τό 1099 ἕως τό 1291 ὁπότε τούς διαδέχθηκαν οἱ Μαμελοῦκοι (τό 1187 ὁ Μαμελοῦκος Σαλαδίν συνέτριψε σέ μάχη τούς Σταυροφόρους). Αὐτοί (μουσουλμάνοι ἐξ Αἰγύπτου πού σχημάτισαν δυναστεία) κυριάρχησαν μέχρι τά 1517 ὁπότε τούς διαδέχθηκαν οἱ Ὀθωμανοί (1517-1918) καί αὐτούς οἱ Ἄγγλοι.
Ιστορία του Ναού και της Λύδδας
Ο ναός του Αγίου Γεωργίου μαρτυρεί την ακμή του Χριστιανισμού στη Λύδδα, που ήταν επισκοπή και μετέπειτα αρχιεπισκοπή. Σήμερα υπάρχει (τιτουλάριος) αρχιεπίσκοπος Λύδδης, που διαμένει στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Στη Λύδδα διαμένει ο ηγούμενος της Μονής.
Μέχρι σήμερα επικρατούσε η γνώμη ότι η Λύδδα είχε κτιστεί από τη φυλή του Βενιαμίν, αλλά από πρόσφατες αρχαιολογικές ανασκαφές αποδεικνύεται ότι η Λύδδα είναι κτισμένη από τους Αιγυπτίους. Οι Εβραίοι την ονομάζουν Λοντ (LOD) και οι Άραβες Λιντ (LID).
Ο Δημήτριος Νικάτωρ απέσπασε την Λύδδα από τη Σαμάρεια και την κατέταξε στην Ιουδαία. Μετά το θάνατο του Ιουλίου Καίσαρος, ο Ρωμαίος Ανθύπατος Κάσσιος, αφού τυράννησε για αρκετό χρόνο τους κατοίκους της Παλαιστίνης πούλησε τους κατοίκους της Λύδδας ως δούλους, αυτοί όμως δεν άργησαν να απελευθερωθούν και να επανέλθουν στην πόλη τους, κατόπιν διατάγματος του Αντωνίου.
Η Καινή Διαθήκη αναφέρει το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού Αινέα στη Λύδδα από τον Απόστολο Πέτρο (Πράξ. θ' 32-35).
Μετά το Χριστό ο Ρωμαίος Ανθύπατος Κέστιος Γάλλος πέρασε από τη Λύδδα και την κατεδάφισε αλλά μετά λίγο χρόνο η πόλη επανήλθε στην πρώτη της κατάσταση, όπως φαίνεται, επειδή στη μεταγενέστερη Ιουδαία γίνεται έδρα τοπάρχου, που παραδόθηκε.
Καθώς πολλές πόλεις επί Ρωμαϊκής κυριαρχίας μετονομάστηκαν, έτσι και η λύδδα πήρε το όνομα Διόσπολις, προς τιμή του Δία. Και το όνομα υπάρχει στα νομίσματα, που χαράχθηκαν επί Σεπτιμίου Σεβήρου και Καρακάλλα.
Η Λύδδα των πρώτων Χριστιανικών αιώνων ήταν έδρα επισκόπου υπό το Μητροπολίτη Καισαρείας, αλλά έπειτα έγινε Αρχιεπισκοπή.
Στη Λύδδα έγινε η σύνοδος κατά του Πελαγίου, το 415, που έλεγε ότι ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί με τα έργα του, χωρίς να έχει ανάγκη της θείας χάριτος.
Ποιος έκτισε το ναό του Αγίου Γεωργίου δε γνωρίζουμεν ακριβώς, επειδή δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες. Άλλοι αναφέρουν ως κτίτορα το Μέγα Κωνσταντίνο, κυρίως οι συναξαριστές, και άλλοι τον Ιουστινιανό. Ο επίσκοπος Τύρου, Γουλιέλμος, λέγει ότι ο ναός κτίστηκε από τον Ιουστινιανό, αλλά ο ιστορικός Προκόπιος, που έγραψε περί των κτισμάτων του Ιουστινιανού, δεν αναφέρει τίποτα. Στους πρώτους πάντως χριστιανικούς αυτούς αιώνες πήρε η Λύδδα και το όνομα Γεωργιούπολις προς τιμή του Αγίου, και όπως αναφέρουν οι συναξαριστές, στις 3 Νοεμβρίου, έγιναν τα εγκαίνια του ναού.
Επί Χοσρόη, το 614 μ.Χ., ο ναός του Αγίου Γεωργίου δεν έπαθε καμμιά καταστροφή, επειδή οι Πέρσες περιορίστηκαν να φθάσουν μέχρι την Ιερουσαλήμ.
Επί Μουσουλμανικής κυριαρχίας, τον 8ον αι., ο Σουλεϊμάν, ο υιός του Χαλίφη Αβδού Ελ Μάλεκ, κατεδάφισε τη Λύδδα αλλά το ναό του Αγίου Γεωργίου τον άφησε ανέπαφο, επειδή οι Μωαμεθανοί σέβονται τον Άγιο και του έχουν δώσει το όνομα Χάντερ (HADER), που σημαίνει πράσινος.
Επί Χαλίφου Χάκεμ, το 1010 μ.Χ., ξέσπασε διωγμός κατά των Χριστιανών, και καταστράφηκε ο ναός της Λύδδας, αλλά πριν την έλευση των Σταυροφόρων τον ανακαίνισε κατ' άλλους ο Κωνσταντίνος ο Μονομάχος ή οι εντόπιοι με τη βοήθεια των Βυζαντινών και κατ' άλλους ο Στέφανος της Ουγγαρίας.
Αναφέρεται ότι μετά την καταστροφή του Χάκεμ και την ανακαίνιση του ναού, έγινε άλλη μία καταστροφή από τους Μωαμεθανούς στο ναό, και τον ανακαίνισαν οι Σταυροφόροι. Αλλά αυτό δεν ισχύει απόλυτα, επειδή μετά τη μάχη της Αντιοχείας, οι σταυροφόροι ήλθαν στη Λύδδα για να προσκυνήσουν και να ευχαριστήσουν τον Άγιο Γεώργιο, που τους βοήθησε. Εκεί βρήκαν μεγαλοπρεπή ναό, όπως αναφέρουν οι ιστορικοί της εποχής εκείνης. Μόνο ο Γουλιέλμος, αρχηγός των Σταυροφόρων, αναφέρει ότι λίγο πριν την έλευση των Σταυροφόρων, οι Μωαμεθανοί κατέστρεψαν το ναό, αλλά αυτό αντιφάσκει με τα προαναφερθέντα.
Σε όλη την διάρκεια του Σταυροφοριακού βασιλείου η Λύδδα καθώς και άλλες πόλεις ήταν υπό τους Σταυροφόρους.
Το Λατινικό Πατριαρχείο στην Ιερουσαλήμ κατά τα πρώτα έτη της επικρατήσεως των Σταυροφόρων, απετελείτο από την Ιερουσαλήμ, την Ιόππη (Γιάφφα), και τη Λύδδα.
Ο Ιωάννης ο Φωκάς, το 1185, ήλθε στη Λύδδα και γράφει για το ναό του Αγίου Γεωργίου ότι κάτω από την Αγία Τράπεζα ήταν ο τάφος του Αγίου, όπως του είπαν οι κληρικοί του ναού. Ο Λατίνος επίσκοπος έβγαλε τις πλάκες του ναού και βρήκε το σπήλαιο, που ήταν ο τάφος του Αγίου Γεωργίου, αφού προηγουμένως ο τάφος δεν φαινόταν και οι προσκυνητές προσκυνούσαν μαρμάρινο στόμιο. Δύο άνθρωποι προσπάθησαν να σηκώσουν την πλάκα του τάφου, αλλά βγήκε φωτιά, που άφησε τον ένα ημικαή και τον άλλο πεθαμένο.
Μετά τη μάχη της Χαττήν, η Λύδδα καθώς και άλλες πόλεις, ήλθαν στα χέρια των Μωαμεθανών, με αρχηγό τον Σαλαχεντίν, οι οποίοι κατέστρεψαν το ναό του Αγίου Γεωργίου.
Το 1191 μ.Χ., το ίδιο έτος της καταστροφής, ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος κατέλαβε ξανά τη Λύδδα, και επισκεύασε το ναό και ήλθε σε συνθηκολόγηση με τον αρχηγό των Μωαμεθανών, Σαλαχεντίν, αλλά η συνθήκη δεν κράτησε πολύ, επειδή το 1291 οι Σαρακηνοί έδιωξαν τους Σταυροφόρους από την Παλαιστίνη και κατέστρεψαν το ναό του Αγίου Γεωργίου της Λύδδας.
Ο ναός του Αγίου Γεωργίου έμεινε κατεστραμμένος έως το 1349 μ.Χ., οπότε ο αυτοκράτορας Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Κατακουζηνός, έστειλε πρέσβεις στο Σουλτάνο της Αιγύπτου, Νασρεντίν Χασάν Ίμπιν Ελ Νάσσερ, για την ανακαίνιση των ιερών προσκυνημάτων της Παλαιστίνης, όπως και ανακαινίσθηκαν.
Το 1442, ξέσπασε διωγμός κατά των Χριστιανών της Παλαιστίνης επί Σουλτάνου της Αιγύπτου Αλ Μαλέκου Ντάχερ Τζάκμακ, που κατέστρεψε το ναό και το δυτικό μέρος το μετέτρεψε σε τζαμί. Τότε επίσης πρέπει να πήρε και το παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, και χρησιμοποίησε πέτρες της Εκκλησίας για την κατασκευή της γέφυρας του Ντάχερ.
Όπως φαίνεται από την Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, ο ναός του Αγίου Γεωργίου ανακαινίστηκε μετά το 1517 επί Σουλτάνου Σελήμ του Α', που έδιωξε τους Μαμελούκους και έδωσε ελευθερία για την εξάσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων στους Χριστιανούς.
Για την τελευταία καταστροφή του ναού του Αγίου Γεωργίου δεν έχουμε ακριβή στοιχεία, αλλά υπάρχουν δύο πιθανότητες. Η πρώτη είναι ότι στις αρχές του 19ου αι. καταστράφηκε από τους γενίτσαρους, επειδή τότε το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων έπαθε μεγάλο πλήγμα από εκείνους. Η δεύτερη είναι όταν το 1837 μ.Χ. καταστράφηκε από σεισμό, που έγινε στην περιοχή, εξαιτίας του οποίου έπεσε η σκεπή του ναού και το ιερό του Παρεκκλησίου των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Το 1871, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων, Κύριλλος ο Β', ανακαίνισε το ναό και επιπλέον μαρμαρόστρωσε το πάτωμα και τον τάφο του Αγίου Γεωργίου. Εκείνη η ανακαίνιση ήταν η τελευταία. Έκτοτε γίνονται μικρές ανακαινίσεις.
ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ: http://www.impantokratoros.gr/6AB2E023.el.aspx
ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ
Κτίσθηκε ἀπό τόν βασιλιά Ἡρώδη. Κατά τούς ρωμαϊκούς χρόνους (63π.Χ.-324μ.Χ.)ἦταν πρωτεύουσα τῆς ἐπαρχίας τῆς Παλαιστίνης καί ἕδρα τοῦ ρωμαίου ἡγεμόνα. Μετά τήν καταστροφή τῶν Ἱεροσολύμων ἀπό τόν Τίτο τό 70μ.Χ. καί μάλιστα ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 2ου αἰ. παίρνει τά ἐκκλησιαστικά πρωτεῖα τῆς Παλαιστίνης. Τά κρατεῖ μέχρι τό 451μ.Χ. ὁπότε ἡ Ἐπισκοπή τῆς Ἱερουσαλήμ ἀνέκτησε τήν παλιά της αἴγλη διότι ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος τήν ἀνεβίβασε σέ Πατριαρχεῖο. Ἐδῶ ἔμεινε φυλακισμένος ὁ Ἀπ. Παῦλος γιά δύο χρόνια. Στόν ἀρχαιολογικό της χῶρο βρέθηκε ἐπιγραφή μέ τό ὄνομα τοῦ Ποντίου Πιλάτου. Ἡ πόλη καταστράφηκε τόν 13ο αἰ. Ἐδῶ ζοῦσε ὁ Διάκονος Φίλιππος μέ τίς 4 προφητεύουσες θυγατέρες του.
ΝΑΖΑΡΕΤ
Εἶναι ἡ γενέτειρα τῆς Παναγίας καί τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Μνήστορος. Ἐδῶ ὁ Κύριος πέρασε τά παιδικά καί ἐφηβικά Του χρόνια. Ἐργαζόταν σάν ταπεινός ξυλουργός στό ἐργαστήριο τοῦ νομιζόμενου πατέρα Του ἁγίου Ἰωσήφ μέχρι πού συμπλήρωσε τό 30ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Στά χρόνια Του τό χωριό ἦταν ἀσήμαντο καί συγκεντρωμένο γύρω ἀπό τήν πηγή. Τέσσερα τά προσκυνήματα:α)ἡ Πηγή ὅπου ἔγινε ὁ Εὐαγγελισμός, ἡ Σπηλιά-Ἐργαστήρι τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ, ἡ Συναγωγή στήν ὁποία δίδαξε ὁ Χριστός καί ὁ Γκρεμνός ἀπό τόν ὁποῖο οἱ συμπατριῶτες του θέλησαν νά Τόν γκρεμίσουν. Ἡ ἑλληνο-ορθόδοξη ἐκκλησία τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ στήν Πηγή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ κτίσθηκε στά 1750 πάνω σέ ἀρχαιότερη ἐκκλησία. Τό ὡραῖο εἰκονοστάσι της τό δώρησε κάποιος ἕλληνας ἔμπορος στά 1767. Κάτω ἀπό τήν ἁγία τράπεζα ὑπάρχει ἀβαθές πηγάδι ἀπό τό ὁποῖο ἀναβλύζει γλυκό, καθαρό καί ἰαματικό νερό.
Ἡ ἐκκλησία-Συναγωγή τῶν Γραικο-Καθολικῶν εἶναι καί αὐτή κτισμένη πάνω στά ἐρείπια μᾶλλον τῆς συναγωγῆς τῆς Ναζαρέτ τῶν χρόνων τοῦ Κυρίου
Ἡ Λατινική ἐκκλησία τοῦ Εὐαγγελισμοῦ (Φραγκισκανῶν) εἶναι κτισμένη στά1960 στόν τόπο τοῦ Σπιτιοῦ τῆς Παναγίας καί τοῦ Ἐργαστηρίου τοῦ Ἰωσήφ. Ἐδῶ ὑπῆρχε Βυζαντινή ἐκκλησία πού καταστράφηκε ἀπό τούς Πέρσες καί ἀντικαταστάθηκε μέ μεγαλύτερη ἀπό τούς Σταυροφόρους τόν 12ο αἰ.
Τό παρεκκλήσιο τοῦ Γκρεμνοῦ (ελ-Κάφζε στά ἀραβικά) στό νότιο ἄκρο τῆς σημερινῆς Ναζαρέτ, κτίσθηκε στά 1925 ἀπό τόν ἕλληνα μητροπολίτη Κλεόπα. Στόν ἴδιο χῶρο φαίνονται ἐρείπια ἀρχαίας βυζαντινῆς ἐκκλησίας καί μοναστηριοῦ.
ΚΑΝΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ
Πατρίδα τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Ναθαναήλ. Στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ βρίσκονταν βορειότερα τῆς σημερινῆς κοντά στήν πεδιάδα Ἄσωχη (Μπαταούφ στά ἀραβικά). Ἐκεῖ ἔκανε τό πρῶτο Του θαῦμα ὁ Κύριος καί θεράπευσε ἐπίσης τόν γιό τοῦ βασιλικοῦ ἀπό τήν Καπερναούμ (Ἰωάν.4,46-54). Τό σημερινό ἀραβικό χωριό κάφαρ-Κάνα ἔχει ἀνάμικτο πληθυσμό μουσουλμάνους καί χριστιανούς καί δύο ναούς:α) τόν ἑλληνο-ορθόδοξο ὅπου καί οἱ δύο λίθινες ὑδρίες σάν καί αὐτές τοῦ θαύματος καί β)τῶν φραγκισκανῶν χτισμένη στά ἐρείπια ἀρχαίας συναγωγῆς ὅπου καί ἀραμαϊκή ἐπιγραφή.
ΘΑΒΩΡ(Ε-Τουρ στά ἀραβικά καί Ἰταβύριον στίς ἀρχαῖες ἑλληνικές πηγές)
Ταυτίστηκε μέ τό ὑψηλόν ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως γιά τούς ἑξῆς λόγους: α)Εἶναι πράγματι ὑψηλό καί ἐντυπωσιακό βρισκόμενο στά νότια τῆς πεδιάδος Ἐσδραελών β) Βρίσκεται κοντά στήν Ναζαρέτ καί τήν Καπερναούμ (τόπος δράσης τοῦ Κυρίου) γ)Τό Θαβώρ καθώς καί τό Ἐρμών ὑμνήθηκαν ἀπό τόν Δαυίδ καί ἀναφέρονται στήν Π. Διαθήκη σάν τά δύο ἱερότερα βουνά τῆς Ἁγίας Γῆς.
Ἐρείπια φρουρίου πού εἶχε κτίσει ὁ Πτολεμαῖος ὁ Α΄ σώζονται μέχρι σήμερα στό Θαβώρ. Ἡ πρώτη ἐκκλησία χτίστηκε στό Θαβώρ τόν 4ο αἰ. ἀπό τήν ἁγία Ἑλένη. Τόν 6ο αἰ. ,στά χρόνια τοῦ Ἰουστινιανοῦ χτίστηκαν ἄλλες δύο καί στίς ἀρχές τοῦ 7ου ἡ τέταρτη. Καταστράφηκαν ὅλοι ἀπό τούς Πέρσες τό 613 ἀλλά ἀνοικοδομήθηκαν καί πάλι διότι στά 1114 ὁ ἡγούμενος Δανιήλ λέει ὅτι βρῆκε τούς ναούς αὐτούς σέ καλή κατάσταση. Τό 1845 ἡ ἁγιοταφική Ἀδελφότητα ἐφρόντισε καί ἔχτισε ἐκκλησία καί μοναστῆρι πάνω στά παλιά ἐρείπια. Πάνω στό Θαβώρ βρίσκεται καί τό σπήλαιο τοῦ Μελχισεδέκ βασιλέως Σαλήμ. Στούς βυζαντινούς χρόνους τό Θαβώρ ἦταν ἐπισκοπή. Στή Σταυροφορική ἐποχή(1099-1291) ἐγκαταστάθηκαν βενεδικτίνοι μοναχοί. Ὅταν ὅμως στά 1187 ἐκδιώχθηκαν ἀπό τόν Σαλαδῖνο τότε ὁ Σουλτᾶνος τῆς Δαμασκοῦ Μάλικ ελ-Αντιλ, τό 1211, κατάστρεψε ὅλα τά χριστιανικά ἱδρύματα, ἐκκλησίες καί μοναστήρια, καί στή θέση τους ἔστησε φρούριο ὅπως καί τοῦ Πτολεμαίου. Σήμερα τό βόρειο τμῆμα τῆς κορυφῆς ἀνήκει στούς ἕλληνες ὀρθοδόξους ἐνῶ τό νότιο στούς λατίνους. Καί τά δύο μοναστήρια εἶναι χτισμένα πάνω στά ἐρείπια τῶν ἀρχαίων βυζαντινῶν ἐκκλησιῶν.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης δέχεται πώς ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος ἔγινε 40 ἡμέρες πρό τοῦ Πάθους, δηλαδή τόν Φεβρουάριο μῆνα καί ὄχι τόν Αὔγουστο. Ἐπειδή ὅμως ἡ γιορτή τῆς Μεταμορφώσεως εἶναι λαμπρή, φωτεινή, πανηγυρική, χαρμόσυνη, ἔπρεπε νά μήν πέφτει στήν Μ. Τεσσαρακοστή καί νά ἑορτάζεται 8 συνεχεῖς ἡμέρες. Γιαυτό μετατέθηκε καί ὁρίστηκε νά ἑορτάζεται 40 ἡμέρες πρό τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τ. Σταυροῦ πού «ἐπέχει τά δίκαια τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου» δηλ. στίς 6 Αὐγούστου. Οἱ «πρόκριτοι» μαθητές εἶδαν τήν «μεθεκτή καί προσιτή» θεία ἐνέργεια (ἄκτιστο φῶς) καί ὄχι τήν Θεία Οὐσία, ἡ ὁποία εἶναι «ἀπρόσιτος καί ἀπροσπέλαστος ταῖς σχολαστικαῖς ἐπινοίαις» (ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς) διότι «Θεότης καθ’ ἑαυτήν ἀόρατος».
ΛΙΜΝΗ ΤΙΒΕΡΙΑΔΟΣ
Ἔχει μῆκος 21 χλμ. ,πλᾶτος 12 χλμ. ,βάθος 48μ. καί βρίσκεται 208 μ. κάτω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς Μεσογείου θαλάσσης. Ὅταν εἶναι γεμάτη περιέχει 3985 ἑκατομμύρια κυβικά μέτρα γλυκό καί πόσιμο νερό. Ὁ Ἰορδάνης χύνει κάθε χρόνο 603 ἑκατομμύρια κυβ. μ. νερό. Στήν ἐβραϊκή γλῶσσα λέγεται Κιννερέτ (κιννόρ=βιολί). Λέγεται καί λίμνη Γεννησαρέτ διότι ἡ βορειο-δυτική παραλία της ὀνομάζεται Γκινοσάρ. Στά χρόνια τοῦ Κυρίου ἡ δυτική παραλία της ἦταν πυκνοκατοικημένη μέ πολλά ιουδαϊκά χωριά, ἐνῶ ἡ ἀνατολική ὀχθη, ἡ Περαία, ἦταν ἀραιοκατοικημένη μέ ἕλληνες καί διάφορους ἄλλους ξένους λαούς. Γιαυτό κέντρο τῆς δράσης τοῦ Κυρίου ἦταν ἡ Καπερναούμ στήν δυτική ὄχθη τῆς λίμνης.
ΤΙΒΕΡΙΑΣ
Ἱδρύθηκε τό 22μ.Χ. ἀπό τό Βασιλιά Ἡρώδη Ἀντύπα γιό τοῦ Ἡρώδη τοῦ Μεγάλου πρός τιμήν τοῦ Τιβερίου Καίσαρος (κατά τόν ἱστορικό Ἰώσηπο). Ἄν καί κτισμένη πάνω στήν κεντρική συγκοινωνιακή ἀρτηρία τῆς δυτικῆς ὄχλης τῆς λίμνης τήν ὁποία ἀναγκαστικά χρησιμοποιοῦσε ὁ Κύριος δέν ἀναφέρεται καθόλου στά εὐαγγέλια. Οἱ ἰουδαῖοι ἀρνήθηκαν στήν ἀρχή νά κατοικήσουν ἐκεῖ γιατί ἡ πόλη εἶχε κτισθεῖ πάνω σέ ἀρχαῖα κοιμητήρια. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς κατοίκους της ἦσαν εἰδωλολάτρες. Ἐδῶ βρῆκε πρόσφορο ἔδαφος ὁ Χριστιανισμός. Πολύ νωρίς δημιουργήθηκε στήν πόλη χριστιανική κοινότητα καί ἐπισκοπή. Ἤδη στίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. μπόρεσαν οἱ χριστιανοί τῆς Τιβεριάδος νά ἀποκτήσουν ἐπιβλητική βασιλική γιά τή λατρεία τους χρησιμοποιώντας ἕνα ἀρχαῖο εἰδωλολατρικό κτίριο, τό Ἀδριάνειο. Στόν 6ο αἰ. κτίσθηκε στό ψηλότερο μέρος τῆς πόλης μιά δεύτερη χριστιανική βασιλική, ἀφιερωμένη στόν ἀπόστολο Πέτρο. Κάτω ἀπό τό θυσιαστήριο τῆς ἐκκλησίας αὐτῆς, πού ἀνακαλύφθηκε πρόσφατα σέ ἀρχαιολογικές ἀνασκαφές, βρέθηκε μιά τεράστια πέτρινη ἄγκυρα εἰς ἀνάμνησιν πιθανῶς τοῦ Μεγάλου ψαρᾶ τῶν Εὐαγγελίων. Τό σημερινό ἑλληνο- ὀρθόδοξο μοναστῆρι πού βρίσκεται στή νότια παραλία τῆς πόλης εἶναι κτισμένο πάνω σέ σταυροφορικά καί ὀθωμανικά ἐρείπια κτιρίων.
Τά θερμά λουτρά της εἶναι θεραπευτικά γιά τίς ρευματικές παθήσεις.
ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΣ
Ἔχει μῆκος περίπου 220 χλμ. Τό ὄνομα του τό παίρνει ἀπό τό ἑβραϊκό «ἰαρδίν» πού σημαίνει κατεβαίνω. Ἀπό τούς πρόποδες τοῦ ὄρους Ἐρμών πού πηγάζει μέχρι τήν Ν. Θάλασσα κατεβαίνει 2016 πόδια.Σχηματίζει πολλούς μαιάνδρους καί ρέει ὁρμητικά.
ΜΑΓΔΑΛΑ
Βρίσκεται 5 χιλιόμετρα βόρει τῆς πόλης Τιβεριάδος. Δέν ἀναφέρεται στά Εὐαγγέλια ἀλλά ἡ ὕπαρξή της ἐξυπακούεται ἀπό τό ἐπίθετο τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καί ἀπό τήν τοπωνυμία τοῦ χώρου τῶν ἀρχαίων ἐρειπίων Μιγδάλ πού σώζεται μέχρι σήμερα. Πιθανότατα τά Μάγδαλα νά ταυτίζονται μέ τήν κώμη Δαλμανουθά τοῦ Εὐαγγελιστῆ Μάρκου (Μάρκ,8,10) στήν περιοχή τῆς ὁποίας ἦλθε ὁ Κύριος μετά τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων στούς τετρακισχιλίους. Πολύ περισσότερο πιθανόν νά ταυτίζεται μέ τήν Ταριχαία τῶν ἑλληνικῶν ἱστορικῶν πηγῶν καί εἰδικά τοῦ ἱστορικοῦ Φλάβιου Ἰ ώσηπου. Στίς ἀρχαιολογικές ἀνασκαφές πού ἔγιναν στό χῶρο τῶν Μαγδάλων ἀνακαλύφθηκαν ἐρείπια ἀρχαίας συναγωγῆς ἀπό τά χρόνια τοῦ Χριστοῦ, ἡ κεντρική πλατεῖα τῆς κώμης (ἀγορά) καί μοναστῆρι μέ ἐκκλησία τοῦ 6ου αἰ. Μεταγενέστερα χριστιανοί προσκυνητές ὅπως ὁ Μοναχός Ἐπιφάνιος, ὁμιλοῦσαν καί γιά τήν ὕπαρξη ἐκκλησίας κτισμένης πάνω στό σπίτι τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς.
ΟΡΟΣ ΤΩΝ ΜΑΚΑΡΙΣΜΩΝ
Ὁ ἀκριβής τόπος δέν μπορεῖ νά καθοριστεῖ. Οἱ παλαιοχριστιανικές παραδόσεις τοποθετοῦσαν τό ὄρος στήν δυτική ὄχθη τῆς λίμνης μεταξύ Καπερναούμ καί τῆς πόλης Μάγδαλα, δηλ. πολύ κοντά στό Ἑπτάπηγο. Τά ἐρείπια τῆς παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς πού βρέθηκαν πρίν λίγα χρόνια 200 μ. δυτικά τού Ἑπτάπηγου, πιθανότατα νά ἀνῆκαν στό προσκύνημα αὐτό. Τό ὄρος πού ἐπισκεπτόμαστε (μονή Φραγκισκανῶν) ἔχει ὕψος 346 μ καί τοπογραφική συνάφεια μέ τό παλαιό χριστιανικό προσκύνημα ἀλλά λείπουν οἱ ἀρχαιολογικές μαρτυρίες.
ΕΠΤΑΠΗΓΟ (Ελ-Ταπγα στά ἀραβικά)
Ἐδῶ τό θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων. Στά μέσα τοῦ 4ου αἰ. χτίστηκε ἐδῶ μονόκλιτη μικρή ἐκκλησία πού ἀντικαταστάθηκε τόν 5ο αἰ. ἀπό μεγάλη τρίκλιτη βασιλική στρωμένη μέ πολύχρωμα μωσαϊκά δάπεδα. Στό κέντρο τῆς κόγχης τοῦ ἱεροῦ καί πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα βρέθηκε ψηφιδωτό μέ ἀπεικόνιση τοῦ καλαθιοῦ μέ τούς ἄρτου καί τά δύο ψάρια. Ἐπίσης στό νότιο κλῖτος τῆς βασιλικῆς βρέθηκε ἑλληνική ἐπιγραφή πού γράφει: « Τῷ ἁγίῳ τόπῳ μνήσθητι Κύριε Σαύρου». Μετά τήν ἀραβική κατάκτηση(630μ.Χ.) ἡ ἐκκλησία ἐγκαταλείφθηκε. Τά ἐρείπια βρέθηκαν τόν περασμένο αἰῶνα καί βενεδικτίνοι μοναχοί τήν ἀνεστήλωσαν.
ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ
Εὑρίσκετο πάνω στά σύνορα Γαλιλαίας καί Γαυλανίτιδος. Εἶχε γίνει τελωνειακός σταθμός καί βάση τῶν ρωμαϊκῶν στρατευμάτων. Τήν κατοικοῦσαν ντόπιοι ἰουδαῖοι, τελωνειακοί, στρατιῶτες, ἀξιωματοῦχοι ὅπως ὁ ρωμαῖος ἑκατόνταρχος καί ἄλλοι δημόσιοι ὑπάλληλοι.Ἐδῶ ὁ Κύριος κήρυξε περί τῆς Θείας Εὐχαριστίας, θεράπευσε τόν δαιμονισμένο (Μαρκ. 1,21-28), τόν παράλυτο(Μαρκ. 2,1-12), τήν πεθερά τοῦ ἀπ.Πέτρου, τόν δοῦλο τοῦ ἑκατοντάρχου κ.ἄ. Μέχρι τίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. παρέμεινε καθαρά ἰουδαϊκή πόλη. Φαίνεται ὅτι ὑπῆρχαν λίγοι χριστιανοί ἐξ ἑβραίων συσπειρωμένοι γύρω ἀπό τό σπίτι τοῦ ἀπ. Πέτρου στό κέντρο τῆς πόλης καί κοντά στή Συναγωγή. Τό σπίτι αὐτό τό χρησιμοποιοῦσαν ὡς εὐκτήριο οἶκο καί ὡς προσκύνημα γιά τούς ἐπισκέπτες. Ἔτσι στήν Καπερναούμ ἔχουμε τό ἀρχαιότερο χριστιανικό προσκύνημα στήν Ἁγία Γῆ χρονολογούμενο ἀπό τόν 2ο αἰ. μ. Χ. Πάνω ἀπό τό σπίτι αὐτό χτίστηκε τόν 5ο αἰ. ἐκκλησία σέ σχῆμα ὀκταγώνου. Βρέθηκε στίς ἀνασκαφές ἀπό φραγκισκανούς μοναχούς. Τόν 6ο αἰ. κτίστηκε καί δεύτερος ναός ἀφιερωμένη στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο. Μετά τούς βυζαντινούς χρόνους παρήκμασε καί κατά τόν 11ο αἰ. ἐγκαταλείφθηκε καί ἔπεσε στήν ἀφάνεια. Ἔγινε καταφύγιο ἐποχιακῶν ψαράδων. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. τό ἑλληνο-ορθόδοξο Πατριαρχεῖο καί Φραγκισκανοί μοναχοί ἀγόρασαν τήν περιοχή. Σήμερα μπορεῖ κανείς νά δεῖ τά ἐρείπια τοῦ σπιτιοῦ τοῦ ἀπ. Πέτρου, τήν Ἑβραϊκή Συναγωγή τοῦ 4ου αἰ., ἕνα τμῆμα τῆς ἀρχαίας πόλης πού ἀποκαλύφθηκε μέ τίς ἀνασκαφές καί τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῶν 12 Ἀποστόλων πού ἔχτισε ὁ πατριάρχης Δαμιανός στά 1925.
ΒΗΘΣΑΪΔΑ
Πατρίδα τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου, Ἀνδρέα καί Φιλίππου βρίσκεται κοντά στό σημεῖο ἐκβολῆς τοῦ Ἰορδάνου στή λίμνη τῆς Τιβεριάδος. Ἡ περιοχή ἦταν ἀπό παλιά πλούσια σέ ἁλιεία. Ἔτσι δικαιολογεῖται καί τό ὄνομα της (Βηθσαϊδᾶ) τό ὁποῖο στά ἑβραϊκά σημαίνει οἶκος ἁλιείας. Στήν ἀρχή ἦταν ἕνα ἀσήμαντο χωριό ψαράδων, πού ὅμως στά χρόνια τοῦ τετράρχη Φιλίππου, στίς ἀρχές τοῦ 1ου μ.Χ. αἰ. ἔγινε πόλη καί ὀνομάσθηκε Ἰουλιάς πρός τιμή τῆς κόρης τοῦ Αὐγούστου. Μετά τήν ἀραβική κατάκτηση ἔπεσε στήν ἀφάνεια. Τά ἐρείπια της δείχνονται σήμερα στόν ἀρχαιολογικό λόφο Ἐλ Τέλ στό βόρειο μέρος τῆς λίμνης τῆς Τιβεριάδος. Ὁ Κύριος μέ τούς ἀποστόλους τήν ἐπισκέπτονταν συχνά. Στούς βυζαντινούς χρόνους (5ος-6ος αἰ.) εἶχε κτιστεῖ καί ἐκκλησία-προσκύνημα ἀλλά οἱ ἀνασκαφές δέν τήν ἔχουν ἀκόμη ἐντοπίσει.
ΓΕΡΓΕΣΣΑ (ΕΛ-ΚΟΥΡΣΙ)
Ἡ ἀνατολική παραλία τῆς λίμνης στούς ἑλληνιστικούς, ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους ἦταν ἀραιοκατοικημένη καί ἕνα μεγάλο μέρος της, τό μεσαῖο καί τό νότιο ἀνῆκε στίς δύο ἑλληνικές πόλεις τῆς Δεκάπολης: τοῦ Ἵππου καί τῶν Γαδάρων. Τήν βορειο-ανατολική παραλία τῆς λίμνης τήν κατοικοῦσε ἕνας ἀρχαῖος σημητικός λαός: οἱ Γεργεσσηνοί. Τόν 4ο αἰ. ἐντοπίστηκε ὁ χῶρος τοῦ θαύματος τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου καί δίπλα του χτίστηκε ἕνα τεράστιο μοναστῆρι-ξενώνας (5ος αἰ.) μέ ἐπιβλητική βασιλική ἀπό τίς μεγαλύτερες στήν Ἁγία Γῆ. Στή βουνοπλαγιά τοῦ θαύματος ἐκεῖ πού ἔγινε τό θαῦμα ἔξω ἀπό μιά φυσική σπηλιά κτίσθηκε ἕνα μικρό παρεκκλήσιο στό πίσω μέρος τοῦ ὁποίου ὑπῆρχε μιά κολώνα φυσικοῦ βράχου, προφανῶς τό ἀκριβές σημεῖο τοῦ θαύματος περιτειχισμένη μέ ὡραία οἰκοδομή.
Ὁλόκληρο τό μοναστῆρι μέ τήν βασιλική του καί τό παρεκκλήσιο τοῦ θαύματος γκρεμίσθηκαν στό μεγάλο σεισμό τοῦ 749, ἐγκαταλείφθηκαν καί λησμονήθηκαν. Τό 1969 μετά ἀπό ἀνασκαφές ἀνακαλύφθηκαν τά ἐρείπια καί ἀναστηλώθηκαν.
ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ (ΠΑΝΙΑΔΑ)
Βρίσκεται στούς πρόποδες τοῦ ὄρους Ἐρμών στό βορειότερο ἄκρο τῆς Ἁγίας Γῆς. Στήν τεράστια φυσική σπηλιά μέσα ἀπό τήν ὁποία ἀναβλύζει μία ἀπό τίς πηγές τοῦ Ἰορδάνου λατρεύονταν στούς ἑλληνιστικούς καί ρωμαϊκούς χρόνους ὁ Πάνας. Στόν 4ο αί. ὁ τετράρχης Φίλιππος ἵδρυσε ἐδῶ τήν πρωτεύουσα τοῦ βασιλείου του, τήν ὁποία ὀνόμασε Καισάρεια. Οἱ ἱστορικοί γιά νά τή διακρίνουν τήν ὀνόμασαν Καισάρεια Φιλίππου. Τό ὄνομα Πανιάς ὅμως ἐπικράτησε σ’ ὅλες τίς ἐποχές (ἀραβικά Μπάνιας). Στά περίχωρα της ὁ ἀπ. Πέτρος ὁμολόγησε τόν Χριστό. Εἶναι ἡ πατρίδα τῆς αἱμορροούσης πού θεραπεύτηκε στήν περιοχή τῆς Καπερναούμ. Ἐπιστρέφοντας στήν πατρίδα της ἔστησε στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ της, χάριν εὐγνωμοσύνης, χάλκινο ἀδριάντα πού παρίστανε τόν Χριστό καί τήν ἰδία γονυπετοῦσα. Αὐτή ἡ παράσταση ἡ ἀρχαιότερη τοῦ Χριστοῦ θαυματουργοῦσε καί ἔγινε χριστιανικό προσκύνημα. Πολλοί τό εἶδαν καί τό περιέγραψαν ὅπως καί ὁ ἱστορικός Εὐσέβειος. Τόν 4ο αἰ. τό ἀνάγλυφο τοῦ Χριστοῦ τοποθετήθηκε μέσα σέ βασιλική πού κτίσθηκε γιά τό σκοπό αὐτό κοντά στήν πηγή. Τά ἐρείπιά τῆς βασιλικῆς ἦλθαν στό φῶς μέ τίς ἀνασκαφές τῶν τελευταίων ἐτῶν.
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ: http://picasaweb.google.gr/injerousalem/OrthodoxHolyPilgrimagesOfNorthernIsrael
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου